πάνθεον

πάνθεον
Ο όρος υποδηλώνει το σύνολο των θεών μιας πολυθεϊστικής θρησκείας (πολυθεϊσμός), τοποθετημένων σε μια λειτουργική και ιεραρχική σχέση. Οι διάφορες θεότητες, έχοντας η καθεμιά τους ιδιαίτερο πεδίο δράσης, οφείλουν να ενεργούν αρμονικά, όπως ακριβώς αρμονική παρουσιάζεται η θρησκευτικά οργανωμένη πραγματικότητα: το π. υλοποιεί αυτή την αρμονία εμφανιζόμενο ως συμβούλιο, τα μέλη του οποίου ελέγχονται αμοιβαία και στο σύνολό τους διευθύνονται από έναν υπέρτατο θεό, οδηγό και κριτή των φιλονικιών τους. Το π., ως θεϊκή κοινωνία, διαρθρώνεται με τον τρόπο μιας ιδανικής ανθρώπινης κοινωνίας, ενώ στη θρησκευτική συνείδηση προβάλλει το πρότυπο που πρέπει να ακολουθήσει η ανθρώπινη κοινωνία.
* * *
το, ΝΜΑ
1. ναός ή τόπος αφιερωμένος σε όλους τους θεούς, πάνθειον*
2. το σύνολο τών θεοτήτων μιας θρησκείας («το ρωμαϊκό πάνθεον»)
νεοελλ.
1. μεγαλοπρεπές οικοδόμημα αφιερωμένο στη μνήμη μεγάλων ανδρών, ηρώο
2. το σύνολο τών μεγάλων ανδρών ενός έθνους, μιας ιστορικής εποχής ή όλων τών ιστορικών εποχών
3. (με ειρωνική σημ.) το σύνολο εγκληματιών ή κακοποιών («το πάνθεον τών αστυνομικών αρχείων).
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν-* + θεός (πρβλ. δωδεκά-θεον)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… …   Dictionary of Greek

  • ρώμη — I (Rome). Όνομα δύο πόλεων των Η.Π.Α. 1. Πρωτεύουσα της περιοχής Ονέιντα, της Πολιτείας της Ν. Υόρκης (44 350 κάτ.). Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Μόουχωκ, βορειοδυτικά της Ούτικα. Πρόκειται για βιομηχανικό κέντρο και σιδηροδρομικό κόμβο… …   Dictionary of Greek

  • Νάος — Ο χώρος που είναι αφιερωμένος στη λατρεία του θεού, η κατοικία του θεού. Η έννοια του ν. συνδέεται γενικά με την έννοια του ιερού που, πιθανότατα, προηγείται και που σημαίνει έναν χώρο, συνήθως φυσικό, όπου η θεότητα εκδηλώνει την παρουσία και τη …   Dictionary of Greek

  • ναός — Ο χώρος που είναι αφιερωμένος στη λατρεία του θεού, η κατοικία του θεού. Η έννοια του ν. συνδέεται γενικά με την έννοια του ιερού που, πιθανότατα, προηγείται και που σημαίνει έναν χώρο, συνήθως φυσικό, όπου η θεότητα εκδηλώνει την παρουσία και τη …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Βενεζουέλα — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Στα Β βρέχεται από την Καραϊβική θάλασσα και από τον Ατλαντικό ωκεανό, Δ συνορεύει με την Κολομβία, Ν με τη Βραζιλία και Α με τη Γουιάνα.Η Β. έχει καλά καθορισμένα σύνορα. Μόνο τα σύνορα με τη Γουιάνα αμφισβητούνται από …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Θρησκεία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ Το περιεχόμενο της θρησκείας που επικράτησε στον ελλαδικό χώρο κατά την Παλαιολιθική εποχή δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί επακριβώς. Τα λιγοστά και δυσεξιχνίαστης σημασίας ευρήματα δεν βοηθούν προς την κατεύθυνση αυτή …   Dictionary of Greek

  • Fotini Pipili — ( gr. Φωτεινή Πιπιλή) is a Greek journalist and politician and member of the Greek Parliament for the New Democracy for the Athens A constituency.She was born in Athens and started her career as a journalist from the woman s magazine PANTHEON… …   Wikipedia

  • Pantheon (Rom) — Fassade des Pantheons Grundriss des unter Hadrian erbauten Pantheons …   Deutsch Wikipedia

  • Santa Maria ad Martyres — Fassade des Pantheons Grundriss des unter Hadrian erbauten Pantheons Das Pantheon (griechisch …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”